-
1 ἐκ
ἐκ, before a vowel [full] ἐξ, alsoAἐξ τῳ ϝοίκῳ Inscr.Cypr. 135.5
H., in [dialect] Att. Inscrr. before ς ξ ζ ρ and less freq. λ ; ἐγ- in Inscrr. before β γ δ λ μ ν ; Cret. and [dialect] Boeot. [full] ἐς Leg.Gort.2.49, Corinn.Supp.2.67 ; ἐχ freq. in [dialect] Att. Inscrr. before χ φ θ (and in early Inscrr. before ς, IG12.304.20) ; also ἐ Ναυπάκτω ib.9(1).334.8 ([dialect] Locr.) ; (ἐτ is for ἐπὶ in ib 9(2).517.14 (Thess.)):—Prep. governing GEN. only (exc. in Cypr. and Arc., c. dat., Inscr.Cypr.135.5 H. ([place name] Idalium), (in form ἐς) IG5(2).6.49 (Tegea, iv B.C.)):—radical sense, from out of, freq. also simply, from.I OF PLACE, the most freq. usage, variously modified:1 of Motion, out of, forth from, , cf.Pl.Prt. 321c, etc. ;μάχης ἔκ Il.17.207
;ἂψ ἐκ δυσμενέων ἀνδρῶν 24.288
; ἐξ ὀχέων, ἐξ ἕδρης, 3.29, 19.77 ;φεύγειν ἐκ πολέμοιο 7.119
;ἐκ τῶν πολεμίων ἐλθεῖν X.Cyr.6.2.9
;ἐκ χειρῶν γέρας εἵλετο Il.9.344
, cf. S.Ph. 1287 (but ἐκ χειρὸς βάλλειν or παίειν to strike with a spear in the hand, opp. ἀντιτοξεύειν or ἀκοντίζειν, X.An.3.3.15, Cyr.4.3.16 ; ἐκ χειρὸς τὴν μάχην ποιεῖσθαι ib.6.2.16, cf. 6.3.24, etc.) ; ἐκ χρυσῶν φιαλῶν πίνειν ib.5.3.3 ;ἐξ ἀγορᾶς ὠνεῖσθαι Pl.Com.190
.2 ἐκ θυμοῦ φίλεον I loved her from my heart, with all my heart, Il.9.343 ;ἐκ τῆς ψυχῆς ἀσπάσασθαι X.Oec.10.4
;μέγαν ἐκ θυμοῦ κλάζοντες Ἄρη A.Ag.48
(anap.) ;δακρυχέων ἐκ φρενός Id.Th. 919
(anap.) ;οὐδὲν ἐκ σαυτῆς λέγεις S.El. 344
; ἐξ εὐμενῶν στέρνων δέχεσθαι receive with kindly heart, Id.OC 486 ; ; ὀρθὸς ἐξ ὀρθῶν δίφρων with chariot still upright, Id.El. 742 ;ἐξ ἀκινήτου ποδός Id.Tr. 875
;ἐξ ἑνὸς ποδός Id.Ph.91
.3 to denote change or succession, freq. with an antithetic repetition of the same word, δέχεται κακὸν ἐκ κακοῦ one evil comes from (or after) another, Il.19.290 ;ἐκ φόβου φόβον τρέφω S.Tr.28
; πόλιν ἐκ πόλεως ἀμείβειν, ἀλλάττειν, Pl. Sph. 224b, Plt. 289e ;λόγον ἐκ λόγου λέγειν D.18.313
;πόρους ἐκ πόρων ὑπισχνούμενοι Alciphr.1.8
;ἀπαλλάττειν τινὰ ἐκ γόων S.El. 291
;ἐκ κακῶν πεφευγέναι Id.Ant. 437
: hence, instead of,τυφλὸς ἐκ δεδορκότος Id.OT 454
;λευκὴν..ἐκ μελαίνης ἀμφιβάλλομαι τρίχα Id.Ant. 1093
; , cf. X. An.7.7.28, etc.4 to express separation or distinction from a number, ἐκ πολέων πίσυρες four out of many, Il.15.680 ;μοῦνος ἐξ ἁπάντων σωθῆναι Hdt.5.87
; εἶναι ἐκ τῶν δυναμένων to be one of the wealthy, Pl.Grg. 525e ; ἐμοὶ ἐκ πασέων Ζεὺς ἄλγε' ἔδωκεν to me out of (i.e. above) all, Il. 18.431, cf. 432 ;ἐκ πάντων μάλιστα 4.96
, cf. S.Ant. 1137 (lyr.), etc. ; redundant,εἷς τῶν ἐκ τῶν φίλων σου LXX Jd.15.2
.5 of Position, outside of, beyond, chiefly in early writers, ἐκ βελέων out of shot, Il.14.130, etc. ; ἐκ καπνοῦ out of the smoke, Od.19.7 ; ἐκ πατρίδος banished from one's country, 15.272 ; ἐκ μεσου κατῆστο sate down apart from the company, Hdt.3.83 ; ἐξ ἠθέων τὸν ἥλιον ἀνατεῖλαι out of its accustomed quarters, Id.2.142; ἐξ ὀφθαλμῶν out of sight, Id.5.24 ; ἐξ ὁδοῦ out of the road, S.OC 113.6 with Verbs of Rest, where previous motion is implied, on, in, δαῖέ οἱ ἐκ κόρυθος..πῦρ lighted a fire from (i.e. on) his helmet, Il.5.4 ; ἐκ ποταμοῦ χρόα νίζετο washed his body in the river ( with water from the river), Od.6.224 : freq. with Verbs signifying hang or fasten, σειρήν..ἐξ οὐρανόθεν κρεμάσαντες having hung a chain from heaven, Il.8.19 ; ἐκ πασσαλόφι κρέμασεν φόρμιγγα he hung his lyre from (i.e. on) the peg, Od.8.67 ; ἀνάπτεσθαι ἔκ τινος fasten from i.e. upon) a thing, 12.51 ;μαχαίρας εἶχον ἐξ ἀργυρέων τελαμώνων Il.18.598
; πρισθεὶς ἐξ ἀντύγων gripped to the chariot-rail, S.Aj. 1030, etc.; ἐκ τοῦ βραχίονος ἵππον ἐπέλκουσα leading it [ by a rein] upon her arm, Hdt.5.12 : with Verbs signifying hold, lead, ἐξ ἐκείνων ἔχειν τὰς ἐλπίδας to have their hopes dependent upon them, Th.1.84 ; ἐκ χειρὸς ἄγειν lead by the hand, Bion Fr.7.2 ; ἐκ ποδὸς ἕπεσθαι ib.6.2 ;ἐκ τῆς οὐρᾶς λαμβάνεσθαι Luc.Asin.23
: with the Art. indicating the place of origin, οἱ ἐκ τῶν νήσων κακοῦργοι the robbers of the islands, Th.1.8, cf. 2.5, 13 ; τοὺς ἐκ τῆς ναυμαχίας those in the sea-fight, Pl. Ap. 32b ; τοὺς ἐκ τῶν σκηνῶν those in the tents, D.18.169 ;ἁρπασόμενοι τὰ ἐκ τῶν οἰκιῶν X.Cyr.7.2.5
;οἱ ἐκ τοῦ πεδίου ἔθεον Id.An. 4.6.25
: even with Verbs of sitting or standing, εἰσεῖδε στᾶσ' ἐξ Οὐλύμποιο from Olympus where she stood, Il.14.154 ; καθῆσθαι ἐκ πάγων to sit on the heights and look from them, S.Ant. 411 ;στὰς ἐξ ἐπάλξεων ἄκρων E.Ph. 1009
; ἐκ βυθοῦ at the bottom, Theoc.22.40 : phrases, ἐκ δεξιᾶς, ἐξ ἀριστερᾶς, on the right, left, X.Cyr.8.3.10, etc.; οἱ ἐξ ἐναντίας, οἱ ἐκ πλαγίοὐ ib.7.1.20 ; ἐκ θαλάσσης, opp. ἐκ τῆς μεσογείας, D.18.301.7 νικᾶν ἔκ τινος win a victory over.., Apoc.15.2.II OF TIME, elliptic with Pron. relat. and demonstr., ἐξ οὗ [ χρόνου] since, Il.1.6, Od.2.27, etc.; in apod., ἐκ τοῦ from that time, Il.8.296 ;ἐκ τούτου X.An.5.8.15
, etc. (but ἐκ τοῖο thereafter, Il.1.493, and ἐκ τούτων or ἐκ τῶνδε usu. after this, X.Mem.2.9.4, S.OT 235) ;ἐξ ἐκείνου Th.2.15
; ἐκ πολλοῦ (sc. χρόνου) for a long time, Id.1.68, etc.;ἐκ πλέονος χρόνου Id.8.45
; ἐκ πλείστου ib.68 ; ἐξ ὀλίγου at short notice, Id.2.11 (but also a short time since, Plu.Caes.28) ;ἐκ παλαιοῦ X.Mem.3.5.8
;ἐκ παλαιτάτου Th.1.18
.2 of particular points of time,ἐκ νεότητος..ἐς γῆρας Il.14.86
;ἐκ γενετῆς 24.535
; ἐκ νέου, ἐκ παιδός, from boyhood, Pl.Grg. 510d, R. 374c, etc.;ἐκ μικροῦ παιδαρίου D.53.19
; , etc.; καύματος ἔξ after hot weather, Il.5.865; νέφος ἔρχεται οὐρανὸν εἴσω αἰθέρος ἐκ δίης after clear weather, 16.365 ;ἐκ δὲ αἰθρίης καὶ νηνεμίης συνδραμεῖν ἐξαπίνης νέφεα Hdt.1.87
; so (like ἀπό II) ἐκ τῆς θυσίης γενέσθαι to have just finished sacrifice, ib.50, etc.; ἐκ τοῦ ἀρίστου after breakfast, X.An.4.6.21 ; ἐξ εἰρήνης πολεμεῖν to go to war after peace, Th. 1.120 ;γελάσαι ἐκ τῶν ἔμπροσθεν δακρύων X.Cyr.1.4.28
; ;τὴν θάλασσαν ἐκ Διονυσίων πλόϊμον εἶναι Thphr.Char.3.3
; ἐκ χειμῶνος at the end of winter, Plu. Nic.20.3 at, in,ἐκ νυκτῶν Od.12.286
;ἐκ νυκτός X.Cyr.1.4.2
, etc.; ;ἐκ μέσω ἄματος Theoc.10.5
; ἐκ τοῦ λοιποῦ or ἐκ τῶν λοιπῶν for the future, X.Smp.4.56, Pl.Lg. 709e.III OF ORIGIN,1 of Material, out of or of which things are made,γίγνεταί τι ἔκ τινος Parm.8.12
;ποιέεσθαι ἐκ ξύλων τὰ πλοῖα Hdt.1.194
;πίνοντας ἐκ κριθῶν μέθυ A.Supp. 953
;εἶναι ἐξ ἀδάμαντος Pl.R. 616c
;ἐκ λευκῶ ἐλέφαντος αἰετοί Theoc.15.123
;στράτευμα ἀλκιμώτατον ἂν γένοιτο ἐκ παιδικῶν X.Smp.8.32
; συνετάττετο ἐκ τῶν ἔτι προσιόντων formed line of battle from the troops as they marched up, Id.An.1.8.14.2 of Parentage, ἔκ τινος εἶναι, γενέσθαι, etc., Il. 20.106,6.206, etc.; ἐκ γὰρ ἐμεῦ γένος ἐσσί (where γένος is acc. abs.) 5.896 ;σῆς ἐξ αἵματός εἰσι γενέθλης 19.111
;ὦ παῖ πατρὸς ἐξ Ἀχιλλέως S.Ph. 260
;πίρωμις ἐκ πιρώμιος Hdt.2.143
;ἀγαθοὶ καὶ ἐξ ἀγαθῶν Pl.Phdr. 246a
;τὸν ἐξ ἐμῆς μητρός S.Ant. 466
, etc.3 of Place of Origin or Birth,ἐκ Σιδῶνος..εὔχομαι εἶναι Od.15.425
, cf. Th.1.25, etc.;ἐκ τῶν ἄνω εἰμί Ev.Jo.8.23
; ἡ ἐξ Ἀρείου πάγου βουλή the Areopagus, Arist.Ath.4.4, etc. ;οἱ ἐκ τῆς διατριβῆς ταύτης Aeschin.1.54
; οἱ ἐκ τοῦ Περιπάτου the Peripatetics, Luc.Pisc.43 ; ὁ ἐξ Ἀκαδημείας the Academic, Ath.1.34b ;οἱ ἐκ πίστεως Ep.Gal.3.7
;οἱ ἐξ ἐριθείας Ep.Rom.2.8
.4 of the Author or Occasion of a thing, ὄναρ, τιμὴ ἐκ Διός ἐστιν, Il.1.63,2.197, cf. Od.1.33, A.Pers. 707, etc.; θάνατος ἐκ μνηστήρων death by the hand of the suitors, Od.16.447 ; τὰ ἐξ Ἑλλήνων τείχεα walls built by them, Hdt.2.148 ; κίνημα ἐξ αὑτοῦ spontaneous motion, Plot.6.1.21 ;ὕμνος ἐξ Ἐρινύων A.Eu. 331
(lyr.) ;ἡ ἐξ ἐμοῦ δυσβουλία S.Ant.95
;ὁ ἐξ ἐμοῦ πόθος Id.Tr. 631
.5 with the agent after [voice] Pass. Verbs, by, Poet. and early Prose, ἐφίληθεν ἐκ Διός they were beloved of (i.e.by) Zeus, Il.2.669 ; κήδε' ἐφῆπται ἐκ Διός ib. 70;προδεδόσθαι ἐκ Πρηξάσπεος Hdt.3.62
;τὰ λεχθέντα ἐξ Ἀλεξάνδρου Id.7.175
, cf. S.El. 124 (lyr.), Ant.93, Th.3.69, Pl.Ti. 47b;ἐξ ἁπάντων ἀμφισβητήσεται Id.Tht. 171b
;ὁμολογουμένους ἐκ πάντων X.An.2.6.1
; , cf. Pl.Ly. 204c : with neut. Verbs,ἐκ..πατρὸς κακὰ πείσομαι Od.2.134
, cf. A.Pr. 759 ;τλῆναί τι ἔκ τινος Il.5.384
;θνήσκειν ἔκ τινος S.El. 579
, OT 854, etc.;τὰ γενόμενα ἐξ ἀνθρώπων Hdt.1.1
.6 of Cause, Instrument, or Means by which a thing is done, ἐκ πατέρων φιλότητος in consequence of our fathers' friendship, Od.15.197 ;μήνιος ἐξ ὀλοῆς 3.135
;ἐξ ἔριδος Il. 7.111
;τελευτῆσαι ἐκ τοῦ τρώματος Hdt.3.29
; ἐκ τίνος λόγου; E. Andr. 548 ; ἐκ τοῦ; wherefore? Id.Hel.93 ;λέξον ἐκ τίνος ἐπλήγης X. An.5.8.4
; ποιεῖτε ὑμῖν φίλους ἐκ τοῦ Μαμωνᾶ τῆς ἀδικίας make yourselves friends of (i.e. by means of).., Ev.Luc.16.9 ;ζῆν ἔκ τινος X. HG3.2.11
codd.;ἐκ τῶν ἰδίων τρέφειν ἐμαυτόν Isoc.15.152
; (lyr.).7 in accordance with, ἐκ τῶνλογίων Hdt.1.64
;ὁ ἐκ τῶν νόμων χρόνος D.24.28
;ἐκ κελεύματος A. Pers. 397
, cf. Sophr.25 ;ἐκ τῶν ξυγκειμένων Th.5.25
; ἐκ τῶν παρόντων ib.40, etc.;ἐκ τῶν ἔργων κρινόμενοι X.Cyr.2.2.21
, cf. A.Pr. 485.8 freq. as periphr. for Adv.,ἐκ προνοίας IG12.115.11
; ἐκ βίας by force, S.Ph. 563 ; ;ἐκ παντὸς τρόπου ζητεῖν Pl.R. 499a
: esp. with neut. Adjs., ἐξ ἀγχιμόλοιο, = ἀγχίμολον, Il.24.352 ;ἐκ τοῦ ἐμφανέος Hdt.3.150
; ἐκ τοῦ φανεροῦ, ἐκ τοῦ προφανοῦς, Th.4.106, 6.73 ;ἐκ προδήλου S.El. 1429
; ἐξ ἴσου, ἐκ τοῦ ἴσου, Id.Tr. 485, Th.2.3 ;ἐξ ἀέλπτου Hdt.1.111
, etc.: with fem. Adj.,ἐκ τῆς ἰθέης Id.3.127
;ἐκ νέης Id.5.116
;ἐξ ὑστέρης Id.6.85
;ἐκ τῆς ἀντίης Id.8.6
;ἐκ καινῆς Th.3.92
;ἐξ ἑκουσίας S.Tr. 727
; ἐκ ταχείας ib. 395.9 of Number or Measurement, with numerals, ἐκ τρίτων in the third place, E.Or. 1178, Pl.Grg. 500a, Smp. 213b ; distributively, apiece, Ath.15.671b.b of Price,ἐξ ὀκτὼ ὀβολῶν SIG2587.206
; ἐκ τριῶν δραχμῶν ib.283 ;συμφωνήσας ἐκ δηναρίου Ev.Matt.20.2
.c of Weight,ἐπιπέμματα ἐξ ἡμιχοινικίου Inscr.Prien.362
(iv B.C.).d of Space, θινώδης ὢν ὁ τόπος ἐξ εἴκοσι σταδίων by the space of twenty stades, Str.8.3.19.B ἐκ is freq. separated from its CASE, Il.11.109, etc.—It takes an accent in anastrophe, 14.472, Od.17.518.—[dialect] Ep. use it with Advbs. in -θεν, ἐξ οὐρανόθεν, ἐξ ἁλόθεν, ἐξ Αἰσύμηθεν, Il.17.548, 21.335, 8.304 ; ;ἐκ πρῴρηθεν Theoc.22.11
.—It is combined with other Preps. to make the sense more definite, as διέκ, παρέκ, ὑπέκ.2 to express completion, like our utterly, ἐκπέρθω, ἐξαλαπάζω, ἐκβαρβαρόω, ἐκδιδάσκω, ἐκδιψάω, ἐκδωριεύομαι, ἐξοπλίζω, ἐξομματόω, ἔκλευκος, ἔκπικρος.D As ADVERB, therefrom, Il.18.480. -
2 φθείρω
φθείρω, [dialect] Aeol. [full] φθέρρω Hdn.Gr.2.303, al.; Arc. [full] φθήρω IG5(2).6.17 (Tegea, iv B. C.): [dialect] Ion. [tense] impf. φθείρεσκε ([etym.] δια-) Hdt.1.36: [tense] fut.Aφθερῶ X.HG7.2.11
, ([etym.] δια-) A.Ag. 1266, etc.; [dialect] Ion. φθερέω ([etym.] δια-) Hdt. 5.51; [dialect] Ep. φθέρσω ([etym.] δια-) Il.13.625: [tense] aor. 1 (troch.), X.HG7.2.4; poet.ἔφθερσα Lyc.1402
; Arc. [ per.] 3sg. opt. (?)φθέραι IG5(2).6.8
(Tegea, iv B. C.): [tense] pf.ἔφθαρκα Din.1.64
, ([etym.] δι-) E.Med. 226; Arc. part.ἐφθορκώς IG5(2).6.10
(Tegea, iv B. C.): —[voice] Med., [tense] fut. φθεροῦμαι (in pass. sense) S.OT 272, E.Andr. 708, Th.7.48; [dialect] Ion. φθερέομαι ([etym.] δια-) Hdt.8.108 (v.l. δια-φθαρέεται), 9.42 (vv. ll. δια-φθαρέονται, δια-φθορεῦνται); laterφθαροῦμαι Archig.
ap. Orib.8.23.5:— [voice] Pass., [tense] fut.φθᾰρήσομαι Hp.VM13
, Arist.Metaph. 1066b30, Epicur.Ep. 1p.7U., ([etym.] δια-) E.Hec. 802, etc., [dialect] Dor.- ησοῦμαι Ti.Locr.94d
: [tense] aor. ἐφθάρην [ᾰ] S.OT 1502, Th.7.13, Pl.Lg. 708c; poet. [ per.] 3pl.ἔφθαρεν Pi.P. 3.36
: also part.κατα-φθερείς Epich.35.13
: [tense] pf. , [ per.] 3pl.ἐφθάραται Th.3.13
; inf. , ([etym.] δι-) Is.9.37, [dialect] Aeol.ἔφθορθαι Eust.790.8
: [tense] plpf. [ per.] 3pl.ἐφθάρατο App.BC3.15
, ([etym.] δι-) Hdt.8.90. The compd. διαφθείρω is much more freq. than the simple Verb:— destroy things,μῆλα κακοὶ φθείρουσι νομῆες Od. 17.246
; φ. τῶν Συρίων τοὺς κλήρους waste them, Hdt.1.76, cf. X.HG 7.2.11, An.4.7.20;τοὺς θεῶν νόμους S.Aj. 1344
; τὰς ναῦς v. l. in Th. 2.91;τὴν πόλιν καὶ νόμους Pl.Lg. 958c
, cf. X.Mem.1.5.3;εὐδαιμονίαν Din.
l. c.;ἔμβρυα Dsc.2.163
;τὸ συλληφθέν Sor.1.60
(also abs., miscarry, ib.59); τὸν κοινὸν οἶκον Mitteis Chr.284.11 (ii B. C.): —[voice] Pass., to be destroyed, S.Aj.25, etc.;ἐκ τῶν αὐτῶν καὶ διὰ τῶν αὐτῶν καὶ γίνεται πᾶσα ἀρετὴ καὶ φθείρεται Arist.EN 1103b8
;εἰς τὸ μὴ ὂν φ.
pass away, cease to be,Epicur.
Ep.1p.5U.;δυὰς προσθέσει μονάδος εἰς τριάδα φθείρεται μηκέτι μένουσα δυάς Ph.2.509
; of animals, perish, PStrassb.24.15 (ii A. D.).2 of persons, μαψαῦραι... ναύτας φ. destroy them, Hes.Th. 876 (but perh. only [voice] Act. of signf. 11.4); (troch.), Ag. 652:—[voice] Pass., Id.Pers. 272, 283(lyr.);γειτόνων πολλοὶ ἁμᾷ.. ἔφθαρεν Pi.P.3.36
;νόσῳ ἐφθάραται Ἀθηναῖοι Th.3.13
, cf. 7.48;πρόρριζον ἔφθαρται γένος S.El. 765
; ἔφθαρμαι I am undone! Men. Her.13;μὴφθαρῶσιν PMich.Zen.80.4
(iii B. C.).3 corrupt, bribe, τινα D.S.4.73; lure, entice, trap, (s. v. l.); entices to its ruin, entraps,Trag.Adesp.
484 (s. v.l.); pervert, :—[voice] Pass., v. infr. 11.3.b seduce a woman,ὑπὸ τῆς θυγατρὸς ἀδικούμενον καὶ Διονυσίου τοῦ φθείραντος αὐτὴν κιναίδου PEnteux.26.11
(iii B. C.):—[voice] Pass., E.Fr. 485, D.Chr.11.153 (but not [dialect] Att. acc. to Phryn.53, Moer.p.103 P.), Artem.5.17.4 ruin, spoil, ποσὶν φθείροντα πλοῦτον ἀργυρωνήτους θ' ὑφάς, of one who treads on rich carpets, A.Ag. 949; βαφὰς φθείρουσα τοῦ ποικίλματος, of blood, Id.Ch. 1013; of a poison,ὧνπερ ἂν θίγῃ, φθείρει τὰ πάντα S.Tr. 716
;φαρμάκων φθείρειν πεφυκότων τὰ σώματα Gal.15.541
; δούλην (wet-nurse)μὴ φθείρουσαν τὸ γάλα BGU1058.29
(i B. C.), cf. Sor.1.88; τοῦ σώματος (sc. τῶν νοσούντων) φθείροντος τὸ θρέψαι δυνάμενον ib.90, cf. 63, al.5τὰ μιγνύμενα τῶν χρωμάτων οἱ βαφεῖς φθείρεσθαι καὶ φθοράν τὴν μῖξιν ὀνομάζουσιν Plu.2.393c
(whereμιαίνω 1
is compared).II [voice] Pass. (cf. supr. 1.1, 2),1 φθείρεσθε (as a curse) may you perish! ruin take you! Il.21.128, Sannyr. 10; φθείρου as an imprecation, go to the devil! be off! Ar.Ach. 460, Pl. 598, 610(anap.), E.Fr. 610;ἐκποδὼν ἡμῖν φθείρεσθε Herod.6.16
:c. gen., φθείρεσθε τῆσδε off from her! unhand her, let her go, E.Andr. 715 (so in [tense] fut. indic., εἰ μὴ φθερῇ τῆσδ' ὡς τάχιστ' ἀπὸ στέγης if thou dost not depart... ib. 708).b with a Prep., φθείρεσθαι πρὸς τοὺς πλουσίους, of hangers-on and flatterers, D.21.139, cf. Plu.Phoc.21, Eum. 14, Ant.24;εἰς ἡδονὰς ἀπὸ.. πόνων Anon.
ap. Stob.4.31.84;ἀκούω σε λυρῳδοῦ γυναικὸς ἐρᾶν καὶ εἰς ἐκείνης φθειρόμενον πᾶσαν τὴν ἐφήμερον ἄγραν κατατίθεσθαι Alciphr.1.18
.3 to be morally corrupted,ἐφθάρη ἡ γῆ ἐναντίον τοῦ θεοῦ LXXGe.6.11
, cf. Ho.9.9, al.;ἔστι ἐν Ἀλεξανδρείᾳ σκηνῶν ἐν τοῖς Ἀριστοβούλου φθειρόμενος PCair.Zen.37.7
(iii B. C.); φθαρεὶς Εὔτυχος ὑπὸ τῆς Ἀρσινόης ib.620.7 (iii B. C.); but ἐν Σικυωνίαι ἐφθαρμένους is f.l. for ἐν Σικυῶνι διεφθ. (cj. Sintenis) in Plu.Arat.40.4 of seafarers, wander, drift (cf. supr. 1.2,πολύφθορος 11.2
,φθορά 8
),πόσον χρόνον πόντου 'πὶ νώτοις ἅλιον ἐφθείρου πλάνον; E.Hel. 774
; ναυτίλους ἐφθαρμένους sailors driven out of their course, Id.IT 276; ; of shipwrecked persons, νεῶν ( ἐκ νεῶν Elmsl.) ; also of travellers or wanderers by land, οὐχ ἕνα νομίζων φθείρεται πόλεως νόμον (v.l. τόπον) E.El. 234;ὁ Μενέλαος χρόνον πολὺν ἐφθείρετο πανταχόσε τῆς Ἐλλάδος D.Chr.7.95
; οὐδὲν δεῖ φθείρεσθαι περιόντα ( = περιιόντα)τὴν ἀρχὴν ἅπασαν Aristid.Or.26(14).33
; J.;τῶν μετοίκων τῶν ἐξ Ἑρμιόνης οὐκ οἶδ' ὅπως εἰς Πειραιᾶ φθαρέντων Alciphr. 1.13
; μὴ περιΐδῃς ἀγαθοὺς γείτονας εἰς στενὸν τοῦ καιροῦ φθειρομένους ib.24; [Ἀλέξανδρον] ὑπὲρ τὸν Ἰνδὸν κτλ. φθειρόμενον Arr.An.7.4.2
; φθαρῆναι εἰς βάρβαρα ἔθνη ( ἐν βαρβάροις ἔθνεσι or ἔθεσι codd.) Phalar. Ep.49; φθαρέντων ἐς ἀλλήλους falling foul of one another, App. Praef.10 (s. v. l.).5 of women, χέρσους φθαρῆναι pine away in barrenness, S.OT 1502, cf. El. 1181 (unless wander, cf. supr. 11.4). (Cf. Skt. ksárati 'flow', later 'wane, perish', Avest. γζ?φθείρωXαρ- and ζ?φθείρωXγαρ- 'flow'.)
См. также в других словарях:
Ηνωμένο Βασίλειο — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας Συντομευμένη ονομασία: Μεγάλη Βρετανία Έκταση: 244.820 τ. χλμ. Πληθυσμός: 59.647.790 (2001) Πρωτεύουσα: Λονδίνο (6.962.319 κάτ. το 2001)Κράτος της βορειοδυτικής… … Dictionary of Greek
Ισραήλ — I Επίσημη ονομασία: Κράτος του Ισραήλ Έκταση: 20.770 τ. χλμ. Πληθυσμός: 6.029.529 (2002) Πρωτεύουσα: Ιερουσαλήμ (622.091 κάτ. το 1997) *Σημ.: Η Ιερουσαλήμ ανακηρύχθηκε μονομερώς από το Ισραήλ πρωτεύουσα το 1982, στη θέση του Τελ Αβίβ, χωρίς όμως… … Dictionary of Greek
Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… … Dictionary of Greek
Ιαπωνία — Επίσημη ονομασία: Αυτοκρατορία της Ιαπωνίας Έκταση: 377.835 τ. χλμ. Πληθυσμός: 126.771.662 (2001) Πρωτεύουσα: Τόκιο (8.130.408 κάτ. το 2000)Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Ασίας, χωρίς σύνορα στην ξηρά με άλλη χώρα. Βρέχεται στα Β από την… … Dictionary of Greek
Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… … Dictionary of Greek
Βυζαντινή αυτοκρατορία — I Β.α., ή αλλιώς Μεταγενέστερο Ρωμαϊκό ή Ανατολικό Ρωμαϊκό Κράτος, αποκαλείται συμβατικά το ανατολικό τμήμα της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Πρωτεύουσα του τμήματος αυτού, που μετά την κατάλυση του Δυτικού Ρωμαϊκού κράτους συνέχισε περίπου για έντεκα… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Τέχνη (Αρχαιότητα) — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΕΧΝΗ Η απαρχή της αρχαίας ελληνικής τέχνης τοποθετείται συνήθως περί το 1100 π.Χ., μετά την κάθοδο των Δωριέων. Μετά την αποκρυπτογράφηση της Γραμμικής Β’ και την ανάγνωση των πινακίδων των ανακτόρων της Πύλου, των Μυκηνών, των… … Dictionary of Greek
Μιστράς — I Βυζαντινή πολιτεία της Πελοποννήσου, έξι χιλιόμετρα ΒΔ της Σπάρτης, ερειπωμένη σήμερα, η οποία στάθηκε στο προσκήνιο της ιστορίας για δύο αιώνες και τα ερείπιά της αποτελούν πολύτιμη πηγή για τη γνώση της ιστορίας, της τέχνης και του πολιτισμού … Dictionary of Greek
κινούμενα σχέδια — Κινηματογραφικές ή τηλεοπτικές ταινίες, στην κατασκευή των οποίων χρησιμοποιούνται ακολουθίες κατάλληλα σχεδιασμένων σκίτσων, φωτογραφιών ή ηλεκτρονικών σκίτσων, των οποίων η ταχύτατη διαδοχική προβολή δημιουργεί στον θεατή την ψευδαίσθηση της… … Dictionary of Greek
Μουσείο Μπενάκη — Το Μ.Μ. μετά από εργασίες που διήρκεσαν επτά περίπου χρόνια, άνοιξε τις πόρτες του στο κοινό στις 7 Iουνίου 2000. Tο στεγασμένο σε ένα από τα επιβλητικότερα νεοκλασικά κτίρια της Aθήνας (Κουμπάρη 1) μουσείο ιδρύθηκε από τον ευπατρίδη Aντώνη… … Dictionary of Greek
Γαλλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γαλλίας Έκταση: 547.030 τ.χλμ Πληθυσμός: 58.518.148 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα: Παρίσι (2.125.246 κάτ. το 2000)Κράτος της δυτικής Ευρώπης. Συνορεύει στα ΝΑ με την Ισπανία και την Ανδόρα, στα Β με το Βέλγιο και το… … Dictionary of Greek